Η Σύμη δεν είναι απλά ένα όμορφο τοπίο…Είναι ένα αρχιτεκτονικό στολίδι στο νοτιότερο άκρο της νησιωτικής Ελλάδας.
Ένα ξεχωριστό αρχιτεκτονικό οικοδόμημα στην πιο γοητευτική γωνιά του Αιγαίου που καθηλώνει τον επισκέπτη με τη φυσική της ομορφιά. Η Σύμη με τη γραφικότητα των παραδοσιακών σπιτιών, τα χρώματα και το Αιγαίο να την περιβάλει διεκδικεί και αιχμαλωτίζει την καρδιά και το νου του επισκέπτη από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της σε συνδυασμό με την πλούσια ναυτική παράδοση, τις τέχνες όπως η ξυλογλυπτική και η ζωγραφική που με τόσο μεράκι επιδόθηκαν οι κάτοικοί την έκαναν γνωστή σε όλο τον κόσμο!
Η Σύμη ανακηρύχθηκε νωρίς ως διατηρητέος οικισμός και κατάφερε να διατηρήσει αναλοίωτο τον κεντρικό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής της. Το 1971 και συγκεκριμένα με την αριθμ.24908/23-10-1971 υπουργική απόφαση, ο οικισμός κρίνεται “ιστορικός τόπος, χρήζων ιδιαιτέρας προστασίας’’. Γήινα χρώματα όπως η ώχρα, το σομόν και το κόκκινο αποτελούν όχι τυχαία τα κεντρικά χρώματα αυτής της νησιωτικής παλέτας καθώς βοηθούν στην απορρόφηση της ηλιακής θερμότητας από τους πέτρινους τοίχους κατά τον χειμώνα. Το μπλε υιοθετείται στη συνέχεια κατα την Ιταλική κατοχή για να παραπέμπει στο χρώμα της ελληνικής σημαίας. Σήμερα η χρωματική παλέτα διατηρείται αναλοίωτη και συνεχίζει να γίνεται ακόμα πιο τολμηρή στα μεγάλα νεοκλασικά σπίτια του Γιαλού που έχουν αναστηλωθεί.
Κράμα αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής με ενετικά στοιχεία και ο υπόλοιπος οικισμός που εντυπωσιάζει τους επισκέπτες για την όψη και το μέγεθος του. Νεοκλασικίζουσες προσόψεις, συμμετρικά ανοίγματα, παράθυρα και πόρτες με μπαλκόνια κάνουν τα κτίρια του Γιαλού να μοιάζουν με ανθρώπινα πρόσωπα. Δίπατα και τρίπατα καπετανόσπιτα, βαμμένα με την παλέτα της χρωματικής ελευθεριότητας. Δώμα, αυλές στρωμένες με βοτσαλωτά, διακοσμητικά δάπεδα, ταβάνια ζηγραφισμένα στο χέρι, αετώματα και κεραμοσκεπές. Εικόνες σε λουλακί και ώχρα που παραπέμπουν ευθέως στην περίοδο της μεγάλης ακμής, στον 19ο αιώνα και στο ρεύμα του νεοκλασικισμού.